Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Abonnent , Zeitungsabonnent και Telefonabonnent

Abonnent(in) <-en, -en> [abɔˈnɛnt] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

abonné(e) αρσ (θηλ)

Zeitungsabonnent(in) ΟΥΣ αρσ(θηλ)

abonné(e) αρσ (θηλ) à un/au journal

Telefonabonnent(in) ΟΥΣ αρσ(θηλ) CH

abonné(e) αρσ (θηλ) au [ou du] téléphone

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina