Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „labern“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

I . labern [ˈlaːbɐn] οικ ΡΉΜΑ αμετάβ

labern
dégoiser οικ
über etw αιτ labern

II . labern [ˈlaːbɐn] οικ ΡΉΜΑ μεταβ

labern (Unsinn, Quatsch)
dégoiser οικ

Παραδειγματικές φράσεις με labern

über etw αιτ labern

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Als Labern wird abwertend ein Sprachgebrauch oder ein Kommunikationsverhalten bezeichnet, das dem Zuhörer wortreich, aber sinnentleert erscheint.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"labern" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina