Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „hinhocken“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

hinhocken ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα +haben οικ διάλ

1. hinhocken:

sich hinhocken (in die Hocke gehen)

2. hinhocken οικ διάλ (sich hinsetzen):

sich hinhocken

Παραδειγματικές φράσεις με hinhocken

sich hinhocken (in die Hocke gehen)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "hinhocken" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina