Γερμανικά » Γαλλικά

bei|liegen ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ

I . beiliegend ΕΠΊΘ

II . beiliegend ΕΠΊΡΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina