Γερμανικά » Γαλλικά

bankrott [bankˈrɔt] ΕΠΊΘ

Bankrott <-[e]s, -e> ΟΥΣ αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina