Γερμανικά » Γαλλικά

äugen ΡΉΜΑ αμετάβ οικ

äugen
zieuter οικ

Augen-Make-up ΟΥΣ ουδ

Augen-Make-up-Entferner <-s, -> ΟΥΣ αρσ

Rote-Augen-Effekt <-[e]s, -e> ΟΥΣ αρσ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Er äugte bereits mit einer Karriere im Bundesparlament.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "äugen" σε άλλες γλώσσες

"äugen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina