Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „quereinsteigen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

quer|ein|stei·gen ΡΉΜΑ αμετάβ ανώμ +sein

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

in einen Beruf quereinsteigen
ΣΧΟΛ im Laufe des Schuljahres quereinsteigen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "quereinsteigen" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文