Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „durchlotsen“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

durch|lot·sen ΡΉΜΑ μεταβ οικ

jdn [durch etw αιτ/bis zu etw δοτ] durchlotsen
jdn [durch etw αιτ/bis zu etw δοτ] durchlotsen (als Reiseführer)

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

jdn [durch etw αιτ/bis zu etw δοτ] durchlotsen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "durchlotsen" σε άλλες γλώσσες

"durchlotsen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文