Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „aufgedonnert“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

auf|don·nern ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα μειωτ οικ

sich αιτ aufdonnern
to doll [or βρετ a. tart] oneself up μειωτ οικ
aufgedonnert
dolled [or βρετ a. tarted] up μειωτ οικ
aufgedonnert sein
to be dolled [or βρετ a. tarted] up μειωτ οικ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Übles Auftreten, überfressen, aufgedonnert und ungebildet.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"aufgedonnert" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文