Γαλλικά » Γερμανικά

vergé(e) [vɛʀʒe] ΕΠΊΘ

verge [vɛʀʒ] ΟΥΣ θηλ

1. verge ΑΝΑΤ:

2. verge (baguette):

Stock αρσ

ιδιωτισμοί:

Παραδειγματικές φράσεις με vergé

papier vergé

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "vergé" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina