Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „sourceur“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

sourceur (-euse) [suʀsœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ ΕΜΠΌΡ

sourceur (-euse)
Groß- und Außenhändler(in) αρσ (θηλ)
sourceur (-euse)
Einkäufer(in) αρσ (θηλ) im Ausland (für den Großhandel)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Elle crée sa propre fèverie en 2018, où elle confectionne ses chocolats premiers crus qu’elle sélectionne via des sourceurs.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "sourceur" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina