Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: lichette , lichen , licite και lichenée

lichette [liʃɛt] ΟΥΣ θηλ

1. lichette οικ:

Scheibchen ουδ

2. lichette Βέλγ (petite attache):

Aufhänger αρσ

licite [lisit] ΕΠΊΘ

lichen [likɛn] ΟΥΣ αρσ ΒΟΤ

Flechte θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina