Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: menuet , amenuiser και avenue

menuet [mənɥɛ] ΟΥΣ αρσ

Menuett ουδ

I . amenuiser [amənɥize] ΡΉΜΑ μεταβ

1. amenuiser (affaiblir):

2. amenuiser (réduire):

avenue [av(ə)ny] ΟΥΣ θηλ

Avenue θηλ
Damm αρσ DIAL

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina