Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: électricien , électriser και électrisation

électricien(ne) [elɛktʀisjɛ͂, jɛn] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

électriser [elɛktʀize] ΡΉΜΑ μεταβ

électrisation [elɛktʀizasjɔ͂] ΟΥΣ θηλ ΗΛΕΚ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina