Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „efféminement“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

efféminement (processus de s'efféminer) αρσ ΙΑΤΡ, ΨΥΧ
Effemination ειδικ ορολ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
King était sujet de moqueries et embêté par ses camarades par rapport à son efféminement et le fait d'être gay.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina