Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: blinquer και délinquant

I . délinquant(e) [delɛ͂kɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ

II . délinquant(e) [delɛ͂kɑ͂, ɑ͂t] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

Straffällige(r) θηλ(αρσ)
délinquant(e) ΝΟΜ
Deliktstäter(in) αρσ (θηλ) ειδικ ορολ
Ersttäter(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina