Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „camériste“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

camériste [kameʀist] ΟΥΣ θηλ

1. camériste ΙΣΤΟΡΊΑ:

camériste

2. camériste χιουμ λογοτεχνικό (femme de chambre):

camériste

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Devant sa coiffeuse, une camériste se sert d'un vaporisateur à poire pour projeter un liquide magique sur son miroir.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "camériste" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina