Γαλλικά » Γερμανικά
binoclard(e) (qui porte des lunettes) οικ
bebrillt οικ
binoclard(e) αρσ θηλ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "binoclard" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina