Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: étoffe , stoppeur και stoïque

stoïque [stɔik] ΕΠΊΘ

stoppeur (-euse) [stɔpœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ

1. stoppeur οικ (auto-stoppeur):

stoppeur (-euse)
Tramper(in) αρσ (θηλ)

2. stoppeur ΠΟΔΌΣΦ:

stoppeur (-euse)
Vorstopper(in) αρσ (θηλ)

étoffe [etɔf] ΟΥΣ θηλ

Stoff αρσ
Baumwoll-/Leinenstoff αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina