Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: modifieur , modifier και codifier

codifier [kɔdifje] ΡΉΜΑ μεταβ ΝΟΜ

kodifizieren ειδικ ορολ

I . modifier [mɔdifje] ΡΉΜΑ μεταβ

2. modifier ΓΡΑΜΜ:

3. modifier Η/Υ:

II . modifier [mɔdifje] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

modifieur [mɔdifjœʀ] ΟΥΣ αρσ Η/Υ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina