Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „écrabouiller“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . écrabouiller [ekʀabuje] ΡΉΜΑ μεταβ οικ

écrabouiller
écrabouiller
se faire écrabouiller par qn

II . écrabouiller [ekʀabuje] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα οικ

Παραδειγματικές φράσεις με écrabouiller

se faire écrabouiller par qn

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Le film se finit par un plan sur le derrière du spectateur qui essuie la glaise d'un visage qu'il a écrabouillé.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "écrabouiller" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina