Αγγλικά » Σλοβενικά

II . re·form [rɪˈfɔ:m] ΡΉΜΑ αμετάβ

reform person:

popravljati se [στιγμ popraviti se]

III . re·form [rɪˈfɔ:m] ΟΥΣ

ˈland re·form ΟΥΣ

re·ˈform school ΟΥΣ

Παραδειγματικές φράσεις με reforms

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "reforms" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina