Αγγλικά » Σλοβενικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: bait , carving , barrier και barring

bar·ring [ˈbɑ:rɪŋ] ΠΡΌΘ

carv·ing [ˈkɑ:vɪŋ] ΟΥΣ ΤΈΧΝΗ

1. carving no πλ (art of cutting):

2. carving:

izklesan kip αρσ
rezbarija θηλ

I . bait [beɪt] ΟΥΣ

II . bait [beɪt] ΡΉΜΑ μεταβ

1. bait (put bait on):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina