I.melt [βρετ mɛlt, αμερικ mɛlt] ΟΥΣ
II.melt [βρετ mɛlt, αμερικ mɛlt] ΡΉΜΑ μεταβ
1. melt:
2. melt μτφ pity, plea, person heart, person:
III.melt [βρετ mɛlt, αμερικ mɛlt] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. melt:
- melt snow, ice, butter, chocolate:
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.