I.tease [αμερικ tiz, βρετ tiːz] ΡΉΜΑ μεταβ
1.1. tease person:
1.2. tease (annoy):
1.3. tease (torment):
II.tease [αμερικ tiz, βρετ tiːz] ΡΉΜΑ αμετάβ
III.tease [αμερικ tiz, βρετ tiːz] ΟΥΣ οικ
1. tease (person):
- bromista αρσ θηλ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.