I.assist [αμερικ əˈsɪst, βρετ əˈsɪst] ΡΉΜΑ μεταβ
- asistir τυπικ
II.assist [αμερικ əˈsɪst, βρετ əˈsɪst] ΡΉΜΑ αμετάβ
III.assist [αμερικ əˈsɪst, βρετ əˈsɪst] ΟΥΣ
1. assist ΑΘΛ:
- asistencia θηλ
2. assist (contributory achievement):
- assist αμερικ
- contribución θηλ