Αγγλικά » Γερμανικά

seg·re·gat·ed [ˈsegrɪgeɪtɪd, αμερικ -rəgeɪt̬ɪd] ΕΠΊΘ αμετάβλ

seg·re·gate [ˈsegrɪgeɪt, αμερικ -rə-] ΡΉΜΑ μεταβ

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

segregated school
sexually segregated school
racially segregated system

Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "segregated" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文