Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „perve“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

I . perv(e) [pɜ:v, αμερικ pɜ:rv] μειωτ οικ ΟΥΣ pervert

1. perv(e) (sexual deviant):

perv(e)
Perverse(r) θηλ(αρσ)

2. perv(e) (creepy person):

perv(e)
Perversling αρσ μειωτ οικ

II . perv(e) [pɜ:v, αμερικ pɜ:rv] μειωτ οικ ΡΉΜΑ αμετάβ

Βλέπε και: pervert

I . per·vert ΟΥΣ [ˈpɜ:vɜ:t, αμερικ ˈpɜ:rvɜ:rt] μειωτ

1. pervert (sexual deviant):

Perverse(r) θηλ(αρσ)

2. pervert (creepy person):

Perversling αρσ μειωτ οικ

II . per·vert ΡΉΜΑ μεταβ [pəˈvɜ:t, αμερικ pɚˈvɜ:rt] μειωτ

1. pervert (corrupt):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文