Αγγλικά » Γερμανικά

out·ˈfought ΡΉΜΑ μεταβ

outfought παρελθ, μετ παρακειμ of outfight

outfought

Βλέπε και: outfight

out·ˈfight <-fought, -fought> ΡΉΜΑ μεταβ

out·ˈfight <-fought, -fought> ΡΉΜΑ μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "outfought" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文