Αγγλικά » Γερμανικά

I . gab <-bb-> [gæb] ΡΉΜΑ αμετάβ μειωτ οικ

gab
quatschen μειωτ οικ
gab
schwätzen μειωτ οικ
gab
CH a. schwatzen μειωτ οικ
gab
A a. tratschen μειωτ οικ

ˈgab ses·sion ΟΥΣ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Αγγλικά

Αναζητήστε "gabbing" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文