Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „finagle“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

I . fi·na·gle [fɪˈneɪgl̩] οικ ΡΉΜΑ μεταβ

1. finagle (cheat):

to finagle sb out of sth
jdn um etw αιτ betrügen

2. finagle οικ (obtain):

to finagle sth
[sich δοτ ] etw ergaunern
to finagle sth

II . fi·na·gle [fɪˈneɪgl̩] οικ ΡΉΜΑ αμετάβ

to finagle around
herumgaunern οικ
to finagle over sth
sich αιτ mit etw δοτ herumschlagen

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to finagle sb out of sth

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "finagle" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文