Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „exasperatedly“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

ex·as·per·at·ed·ly [ɪgˈzæspəreɪtɪdli, αμερικ -pəreɪt̬ɪd-] ΕΠΊΡΡ

exasperatedly
..., he spluttered exasperatedly
to talk exasperatedly of sth

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

..., he spluttered exasperatedly
to talk exasperatedly of sth

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "exasperatedly" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文