berrà στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για berrà στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

1. bere (ingerire un liquido) persona:

II.bere1 [ˈbere] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα avere

2. bere (consumare alcolici in eccesso):

to booze οικ
to lush sb οικ
he's off the booze οικ
dare da bere agli assetati ΘΡΗΣΚ
chi ha bevuto, berrà παροιμ
o bere o affogare παροιμ
-rsi il cervello οικ
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για berrà στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

berrà στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για berrà στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.bere1 <bevo, bevvi [o bevetti], bevuto> [ˈbe:·re] ΡΉΜΑ μεταβ

II.bere1 <bevo, bevvi [o bevetti], bevuto> [ˈbe:·re] ΡΉΜΑ αμετάβ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για berrà στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

berrà Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Allora le viene posto della vodka che berrà ma la disgusterà molto (nell'altro video invece la beve senza disgustarsi).
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski