Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παρασκευάστρια“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παρασκευαστής (παρασκευάστρια) [parascɛvasˈtis, parascɛˈvastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ) (σε εργαστήριο)

παρασκευαστής (παρασκευάστρια)
Präparator(in) αρσ (θηλ)

παρασκεύασμα [paraˈscɛvazma] SUBST ουδ

απαρασκεύαστ|ος [aparaˈscɛvastɔs], απαράσκευ|ος [apaˈrascɛvɔs] <-η, -ο> ΕΠΊΘ

κατασκευαστ|ής (κατασκευάστρια) [katascɛvasˈtis, katascɛˈvastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

προπαρασκευαστικ|ός <-ή, -ό> [prɔparascɛvastiˈkɔs] ΕΠΊΘ

νομοπαρασκευαστικ|ός <-ή, -ό> [nɔmɔparascɛvastiˈkɔs] ΕΠΊΘ

I . παρασκευά|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [parascɛˈvazɔ] VERB μεταβ

1. παρασκευάζω (προετοιμάζω):

2. παρασκευάζω (φαγητό):

3. παρασκευάζω (φάρμακο):

II . παρασκευάζομαι VERB αυτοπ ρήμα

παρασκευή [parascɛˈvi] SUBST θηλ

1. παρασκευή (φαγητού):

Zubereitung θηλ

2. παρασκευή (φαρμάκου):

Herstellung θηλ

παρουσιάστρια [parusiˈastria] SUBST θηλ TV

παρασκήνια [paraˈscinia] SUBST ουδ πλ

διασκευαστής (διασκευάστρια) [ðiascɛvasˈtis, ðiascɛˈvastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. διασκευαστής (κειμένου):

Bearbeiter(in) αρσ (θηλ)

2. διασκευαστής (μουσικής):

Arrangeur(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский