Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κλήση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κλήσ|η <-εις> [ˈklisi] SUBST θηλ

2. κλήση (στο δικαστήριο):

κλήση
Vorladung θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με κλήση

διεθνής κλήση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский