Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ενδιαφερομένου“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ενδιαφερόμεν|ος (-η) [ɛnðiafɛˈrɔmɛn|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

αναφερόμεν|ος <-η, -ο> [anafɛˈrɔmɛnɔs] ΕΠΊΘ (σχετικός)

ενδιαφέρ|ων <-ουσα, -ον> [ɛnðiaˈfɛrɔn] ΕΠΊΘ

ενδεχόμεν|ος <-η, -ο> [ɛnðɛˈxɔmɛnɔs] ΕΠΊΘ

II . ενδιάμεσ|ος <-η, -ο> [ɛnðiˈamɛsɔs] SUBST αρσ/θηλ (μεσάζοντας)

ενδεχομένως [ɛnðɛxɔˈmɛnɔs] ΕΠΊΡΡ

ενδεδειγμέν|ος <-η, -ο> [ɛnðɛðiɣˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский