Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δροσερότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δροσερότητα [ðrɔsɛˈrɔtita] SUBST θηλ (φρεσκάδα)

δροσερότητα
Frische θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский