Γερμανικά » Ελληνικά

Haufen <-s, -> [ˈhaʊfən] SUBST αρσ

3. Haufen (Schar):

πλήθος ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με häuften

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский