Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: haussier , hausser , haute , hausse , faufiler και hautboïste

hautboïste [ˊobɔist] ΟΥΣ αρσ,θηλ

Oboist(in) αρσ (θηλ)

II . faufiler [fofile] ΡΉΜΑ μεταβ ΜΌΔΑ

haute [ˊot] ΟΥΣ θηλ οικ

I . hausser [ˊose] ΡΉΜΑ μεταβ

1. hausser (surélever):

2. hausser (amplifier):

haussier [ˊosje] ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ

Haussier αρσ ειδικ ορολ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina