I.firm1 [βρετ fəːm, αμερικ fərm] ΕΠΊΘ
1. firm (hard):
3. firm (strong) μτφ:
4. firm (definite):
5. firm (resolute):
II.firm1 [βρετ fəːm, αμερικ fərm] ΕΠΊΡΡ
III.firm1 [βρετ fəːm, αμερικ fərm] ΡΉΜΑ αμετάβ
- stabilizzarsi (at a)
- consolidarsi (to a)
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.