Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψεκασμού“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πιστόλι ψεκασμού
Spritzpistole θηλ
ακροφύσιο ουδ ψεκασμού
Zerstäuber αρσ
εκτυπωτής αρσ ψεκασμού
πιστόλι ουδ ψεκασμού
Spritzpistole θηλ
εκτυπωτής ψεκασμού (μελάνης)
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ψεκασμού“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский