Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συναγωνισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συναγωνισμός [sinaɣɔnizˈmɔs] SUBST αρσ

1. συναγωνισμός ΟΙΚΟΝ:

συναγωνισμός
Wettbewerb αρσ
αθέμιτος συναγωνισμός

2. συναγωνισμός (σύνολο ανταγωνιστών):

συναγωνισμός
Konkurrenz θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με συναγωνισμός

αθέμιτος συναγωνισμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский