Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συμμερίζομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συμμερί|ζομαι <-στηκα> [simɛˈrizɔmɛ] VERB αποθ ρήμα μεταβ

συμμερίζομαι

Παραδειγματικές φράσεις με συμμερίζομαι

συμμερίζομαι τη γνώμη του

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский