Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κόμπος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κόμπος [ˈkɔmbɔs] SUBST αρσ

1. κόμπος (σε σκοινί, μαντήλι κτλ):

κόμπος
Knoten αρσ
γερμανικός (κόμπος)
Achtknoten αρσ
κόμπος του καλόγερου

2. κόμπος μτφ (πρόβλημα):

κόμπος
Haken αρσ
εδώ είναι ο κόμπος

3. κόμπος (μικρή ποσότητα: κρασιού κτλ):

κόμπος
Schuss αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με κόμπος

γερμανικός (κόμπος)
Achtknoten αρσ
εδώ είναι ο κόμπος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский