Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καθαριότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καθαριότητα [kaθariˈɔtita] SUBST θηλ

καθαριότητα
Sauberkeit θηλ
κάνω καθαριότητα

Παραδειγματικές φράσεις με καθαριότητα

κάνω καθαριότητα
έχει μανία για την καθαριότητα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский