Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θρεπτική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θρεπτική ουσία
Nährstoff αρσ
θρεπτική αξία
Nährwert αρσ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „θρεπτική“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

θρεπτική ουσία θηλ
θρεπτική αξία θηλ
χωρίς θρεπτική αξία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский