Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ζούμ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ζουμ [zum] SUBST ουδ αμετάβλ

1. ζουμ (φακός):

Zoomobjektiv ουδ
Zoom ουδ
Zoomobjektiv ουδ

2. ζουμ (αλλαγή της εστιακής απόστασης):

Zoomen ουδ
Zoom ουδ

3. ζουμ (λήψη με εφέ ζουμ):

Zoomaufnahme θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ζούμ

φακός ζούμ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский