Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ζουλώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ζουλ|ώ <-άς, -ηξα [ή -ησα], -ήχτηκα, -ηγμένος> [zuˈlɔ], ζουλ|ίζω [zuˈlizɔ] <-ισα [ή -ιξα], -ήχτηκα, -ιγμένος> VERB μεταβ

1. ζουλώ (συνθλίβω):

ζουλώ

2. ζουλώ (ώστε να χαλάσει):

ζουλώ

3. ζουλώ (πατώ):

ζουλώ

4. ζουλώ (φρούτο):

ζουλώ

5. ζουλώ (δάχτυλα σε πόρτα):

ζουλώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский