Ελληνικά » Γερμανικά

ζημιογόν|ος <-α, -ο> [zimiɔˈɣɔnɔs] ΕΠΊΘ

ζημιογόνος
Verlust-
ζημιογόνος
ζημιογόνος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский