Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιτυχία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιτυχία [ɛpitiˈçia] SUBST θηλ

1. επιτυχία (επιτυχής έκβαση):

επιτυχία
Erfolg αρσ
χωρίς επιτυχία
είχες επιτυχία;
έχω επιτυχία σε κάτι
in etw δοτ Erfolg haben
καλή επιτυχία!
επιτυχία στην αγορά ΟΙΚΟΝ
Markterfolg αρσ

2. επιτυχία (επίτευξη: σκοπού, στόχου):

επιτυχία
Erreichung θηλ

3. επιτυχία (τραγούδι):

επιτυχία
Hit αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με επιτυχία

χωρίς επιτυχία
είχες επιτυχία;
καλή επιτυχία!
σημειώνω επιτυχία
βαδίζω προς την επιτυχία
έχω επιτυχία σε κάτι
επιτυχία στην αγορά ΟΙΚΟΝ
ο δρόμος προς την επιτυχία
der Weg αρσ zum Erfolg

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский